Από τη Σέβη Σαλαγιάννη
Το διαρκές «ψαλίδισμα» σε συντάξεις, μισθούς και επιδόματα, σε συνδυασμό
με τις φορολογικές αυξήσεις και τα άλλα μέτρα λιτότητας, έχουν
αναγκάσει τους πολίτες να προβαίνουν με τη σειρά τους σε «κούρεμα» των
εξόδων τους, ακόμη και αν πρόκειται για τα «προς το ζην». Χαρακτηριστικό
παράδειγμα της οικονομικής αδυναμίας των πολιτών είναι η μειωμένη
κίνηση στις λαϊκές αγορές, όπου η πλειοψηφία του κόσμου το καλοσκέφτεται
μπροστά από τους πάγκους πριν αγοράσει κάποιο προϊόν. Τη στιγμή που,
σύμφωνα με τα λεγόμενα των παραγωγών, οι τιμές δεν έχουν αλλάξει σε
σχέση με τις αντίστοιχες των τελευταίων χρόνων, οι πολίτες δηλώνουν ότι
διαρκώς αναγκάζονται να «σφίξουν το ζωνάρι», ψωνίζοντας «λίγα και καλά».
Οι έχοντες έστω και λίγα χρήματα για να
ξοδέψουν, θεωρούνται τυχεροί, καθώς υπάρχει μερίδα ατόμων, τα οποία
στερούνται τη δυνατότητα να ψωνίσουν τα βασικά για τη διαβίωσή τους.
Αντιπροσωπευτική πλέον εικόνα του παραπάνω είναι οι συνάνθρωποί μας που
μαζεύουν από τους δρόμους πεσμένα φρούτα και λαχανικά, όταν τελειώσει η
λαϊκή και μαζευτούν οι πάγκοι. Η «Αττική free press»
βρέθηκε σε λαϊκή αγορά στην περιοχή του Περιστερίου και συνομίλησε τόσο
με αγοραστές, όσο και με παραγωγούς, οι οποίοι έδωσαν τη δική τους
εκδοχή για την οικονομική ένδεια που αποτελεί «τροχοπέδη» για την επιβίωσή τους.
«Νεκρή ζώνη» η λαϊκή το πρωί
Έστω και λίγα ευρώ προσπαθούν να
γλιτώσουν από τις αγορές τους στη λαϊκή αγορά οι πολίτες, γι’ αυτό και
-όπως αναφέρουν- επιλέγουν να ψωνίσουν το μεσημέρι, όταν οι τιμές των
οπωροκηπευτικών, των ψαριών και των υπόλοιπων προϊόντων στους πάγκους
έχουν πέσει. «Εγώ πριν τις 12:30 δεν πάω στη λαϊκή, γιατί οι τιμές
είναι ανεβασμένες. Πηγαίνω αργότερα, γιατί με συμφέρει, μου μένουν
περισσότερα λεφτά στην τσέπη», αναφέρει χαρακτηριστικά η συνταξιούχος Κατερίνα Π. για την επιλογή της να μην επισκέπτεται τη λαϊκή τις πρωινές ώρες.
Την ίδια εικόνα μεταφέρουν και οι
παραγωγοί, οι οποίοι αν και στήνουν τους πάγκους τους από τα χαράματα,
μέχρι το μεσημέρι... «χτυπούν μύγες», όπως λένε χαρακτηριστικά. «Μετά
τον Αύγουστο πιστεύαμε ότι ο κόσμος θα άρχιζε να ψωνίζει και πάλι, όμως
η κίνηση είναι πεσμένη. Κάθε χρόνο τα πράγματα γίνονται και χειρότερα,
μην σου πω μέρα με τη μέρα χειροτερεύουν. Οι τιμές μας είναι φτηνές,
παραμένουν ίδιες με τις περσινές. Δεν είναι ακριβές οι τιμές, όταν πάει
13:00 και πουλάς τις πατάτες 50 λεπτά ή τα 3 μαρούλια 1 ευρώ
αναγκαστικά, αφού δεν έρχεται ο κόσμος να ψωνίσει», λέει η παραγωγός Αικατερίνη Λιάσκου.
«Υπάρχει κόσμος που έρχεται από τις
12:00 και μετά για να αγοράσει, επειδή χαμηλώνουν οι τιμές σε κάποια
προϊόντα. Αναγκαζόμαστε και εμείς να μένουμε παραπάνω ώρες για να
βγάλουμε κάτι. Δηλαδή εκεί που παλιά τελείωνε η λαϊκή στις 14:00, τώρα
μπορεί να κάτσουμε και ως τις 15:00-16:00 για να έχουμε και εμείς ένα
κέρδος στο τέλος της ημέρας», αναφέρει ο παραγωγός Π.Ε.
Τεφτέρι, βερεσές και παζάρια στους πάγκους
Ο «θεσμός» του τεφτεριού αναβιώνει τα
τελευταία χρόνια στις λαϊκές αγορές, καθώς πολλοί είναι καταναλωτές που
λόγω του οικονομικού στριμώγματος ζητούν πίστωση χρόνου από τους
έμπορους και παραγωγούς, προκειμένου να τους ξεπληρώσουν. «Βεβαίως και ζητούν να πάρουν κάτι και να το πληρώσουν άλλη φορά, όταν θα έχουν χρήματα»,
λέει η κα Λιάσκου, η οποία πλέον έχει δίπλα από την ταμειακή μηχανή, το
τετράδιο με τα χρωστούμενα, ενώ ο παραγωγός Π.Ε. αναφέρει ότι «βερεσέ δεν έχει τύχει να μου ζητήσουν ακόμη, αλλά έρχεται κόσμος που κάνει παζάρια στις τιμές».
Αξίζει να σημειωθεί ότι παρά το γεγονός ότι οι τιμές είναι χαμηλές και
ορισμένα προϊόντα πωλούνται σε τιμή ευκαιρίας, η αγοραστική δυνατότητα
των πολιτών παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, γεγονός που τους κάνει να
διαπραγματεύονται το πόσο θα πληρώσουν, ακόμη κι αν η διαφορά παίζεται
σε μερικά λεπτά του ευρώ.
Τα «προς το ζην» και τίποτα παραπάνω
Αν και η συχνότητα που οι νοικοκυρές
επισκέπτονται τη λαϊκή είναι μια φορά την εβδομάδα κατά μέσο όρο,
εντούτοις δεν γεμίζουν το καρότσι τους, όπως έκαναν παλιά και
εμφανίζονται φειδωλές ως προς τις αγορές τους. «Ακριβά είναι τα
προϊόντα στη λαϊκή, γι’ αυτό και εγώ ψωνίζω πλέον μόνο τα απαραίτητα!
Πάνε οι εποχές που γεμίζαμε το καροτσάκι μας με φρούτα, λαχανικά και
ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Τώρα ψωνίζουμε κάνα χόρτο και κανένα
σαλατικό και γυρνάμε σπίτια μας», λέει χαρακτηριστικά η Κατερίνα Π.
Αντίστοιχα, η Μαρία Κ., ιδιωτική υπάλληλος και μητέρα τριών παιδιών, αναφέρει: «Δεν
ψωνίζω πολλά πράγματα από τη λαϊκή, γιατί στο σούπερ μάρκετ βρίσκω
αρκετά από αυτά σε χαμηλότερες τιμές. Ίσως να μην είναι της ίδιας
ποιότητας και να είναι φερμένα από το εξωτερικό, αλλά συμφέρει το
πορτοφόλι μου. Σκεφτείτε ότι είμαστε μια πενταμελής οικογένεια, οπότε τα
έξοδα είναι μεγάλα. Στη λαϊκή δεν πηγαίνω πρωί-πρωί, προκειμένου να
ψωνίσω αργότερα σε χαμηλές τιμές. Όμως εξαρτάται και από το ωράριο
εργασίας μου. Όπως και να έχει, μην φανταστείτε ότι ψωνίζω αρκετά
πράγματα: μόνο φασόλια, χόρτα, ψάρια, τρόφιμα δηλαδή για να φτιάξω
μεσημεριανό γεύμα».
Η συνταξιούχος Σμαράγδα Κ. δίνει τη δική της εκδοχή, αναφέροντας ότι «δεν
φεύγω από το σπίτι με πάνω από 20 ευρώ για τη λαϊκή. Ψωνίζω τα βασικά
είδη για να περάσω εγώ και ο άντρας μου την εβδομάδα, ίσως και κανένα
φρούτο παραπάνω. Κάποτε έφευγα από τη λαϊκή και αγόραζα ένα γλαστράκι ή
ένα μπουκέτο λουλούδια για το σπίτι. Πλέον αυτό θεωρείται πολυτέλεια».
Μαζεύουν σκόρπια οπωροκηπευτικά από τον δρόμο!
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της οικονομικής
και κοινωνικής εξαθλίωσης, την οποία βιώνουν στο «πετσί» τους καθημερινά
οι πολίτες, είναι το γεγονός ότι μερικοί δεν έχουν την «πολυτέλεια» καν
να κάνουν παζάρια στις τιμές! Όσο οι πάγκοι σιγά-σιγά ξεστήνονται,
άποροι πολίτες (στην πλειοψηφία τους ηλικιωμένοι) κάνουν την εμφάνισή
τους, αναβιώνοντας μνήμες άλλων εποχών.
Θέλοντας να προλάβουν πριν περάσουν οι
υπάλληλοι καθαριότητας ή κάποιος άλλος στην ίδια κατάσταση με αυτούς και
αρπάξουν τη «λεία» τους, αυτοί οι πολίτες μαζεύουν από τους δρόμους και
τα πεζοδρόμια ό,τι έχει απομείνει από φρούτα και λαχανικά, που έπεσαν
από τους πάγκους ή από κάποιο καρότσι. Δειλά-δειλά και προσπαθώντας να
περάσουν όσο το δυνατόν απαρατήρητοι, σκύβουν να μαζέψουν ό,τι αργότερα
θα μάζευαν οι υπάλληλοι καθαριότητας, ακόμη και αν αυτό είναι
ποδοπατημένο ή ελαφρώς χαλασμένο.
(Και) οι παραγωγοί στο σημείο μηδέν
Δύσκολα τα βγάζουν πέρα οι καταναλωτές,
σκληρή όμως είναι η πραγματικότητα και για τους παραγωγούς, οι οποίοι με
τη σειρά τους διαμαρτύρονται ότι πλέον «δεν βγαίνουν». Η κα Λιάσκου
ανέφερε για το συγκεκριμένο ζήτημα: «Το ακριβό πετρέλαιο είναι ένα
από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί. Μας έχουν “φορτώσει”
με τόσα έξοδα, το ΟΓΑ μου είναι απλήρωτο. Τα έξοδα είναι πολλά για να
έρθουμε να πουλήσουμε από τη Χαλκίδα στην Αθήνα, σκεφτείτε δε εκτός από
το πετρέλαιο, τον μισθό του εργάτη, την καλλιέργεια, τα φάρμακα...
Έχουμε πιεστεί. Συνυπολογίστε σε όλα αυτά ότι ο κόσμος δεν ψωνίζει, όπως
έκανε κάποτε».
Από την άλλη, ο παραγωγός Π.Ε. τονίζει ότι «το
κόστος της παραγωγής παραμένει το ίδιο για μένα, έχω καταφέρει να μη
“φεσωθώ” με παραπάνω έξοδα, γιατί δεν το αντέχω. Η αγοραστική δύναμη
είναι αυτή που έχει πέσει. Δεν έχουμε αυξήσει τις τιμές. Άμα το κάνουμε,
θα μειωθούν τα κιλά που πουλάμε».
Αντίστοιχα, η Ιωάννα Λιάκου, παραγωγός από την Κόρινθο, αναφέρει ότι «ήρθε
το φθινόπωρο και είναι χειρότερα τα πράγματα. Εγώ δουλεύω όλη την ημέρα
και 150 ευρώ δεν θα βγάλω στο τέλος. Δεν μπορώ να περάσω, σκεφτείτε
μόνο τα καύσιμά μου για να γυρίσω πίσω. Οι τιμές μας δεν έχουν ανέβει,
το αντίθετο συμβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις. Παλιά είχαμε τα μήλα 1,5
ευρώ, τώρα τα έχουμε 1. Ποιον να πρωτοπληρώσω μου λέτε; Έχω τόσα χρόνια
στη λαϊκή και νιώθω ότι θα πεινάσουμε εμείς οι παραγωγοί. Όλο το
καλοκαίρι δουλεύουμε στα χωράφια και δεν βγάζουμε τίποτα. Τα έξοδά μας
είναι πολλά. Τρέχουμε για να πληρώσουμε το ΟΓΑ, τρέχω για το βιβλιάριο
υγείας, για το ΦΠΑ... Τρέχουμε συνεχώς για το κράτος και αυτοί το μόνο
που κάνουν είναι να κάθονται στις καρέκλες».
attikipress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου